- ἐπιετής
- ἐπιετ-ής, ές,A of this year,
ἀγών SIG690
(Delph., ii B.C.); χιών v.l. in Plb.3.55.1.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀγών SIG690
(Delph., ii B.C.); χιών v.l. in Plb.3.55.1.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επιετής — ἐπιετής, ές (Α) φετινός. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ετής (< έτος)] … Dictionary of Greek
έτος — Χρονικό διάστημα το οποίο χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μία περιφορά γύρω από τον Ήλιο. Κατά το διάστημα αυτής της περιφοράς, η Γη εκτελεί 366 ολόκληρες περιστροφές –και ένα μέρος– γύρω στον άξονά της. Αν λάβουμε υπόψη τις διαδοχικές… … Dictionary of Greek